υποσαινω

υποσαινω
    ὑποσαίνω
    ὑπο-σαίνω
    досл. повиливать хвостом, перен. подольщаться, подлаживаться Plut.

Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. . 1958.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Смотреть что такое "υποσαινω" в других словарях:

  • υποσαίνω — ὑποσαίνω, ΝΑ, και επικ. τ. ὑποσσαίνω Α (για σκύλο) κουνώ την ουρά μου από χαρά νεοελλ. μτφ. κολακεύω και, γενικά, περιποιούμαι κάποιον με δουλοπρέπεια αρχ. 1. μτφ. (με αιτ.) φέρομαι κολακευτικά 2. φρ. «ὑποσαίνω τῇ γλώττῃ» (για λιοντάρι) κουνώ εδώ …   Dictionary of Greek

  • καθυποσαίνω — (Μ) επιτατ. τού υποσαίνω*. [ΕΤΥΜΟΛ. < κατ(α) * + ὑπο σαίνω «κουνώ την ουρά, φέρομαι δουλοπρεπώς»] …   Dictionary of Greek

  • υπαικάλλω — Α (δωρ. λ. αντί ὑποσαίνω) (για σκύλο) κουνώ ελαφρά την ουρά από χαρά. [ΕΤΥΜΟΛ. < υπ(ο) * + αἰκάλλω «κουνώ την ουρά»] …   Dictionary of Greek

  • υποσσαίνω — Α (επικ. τ.) βλ. υποσαίνω …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»